Θεωρούμε τους εαυτούς μας ελεύθερους άνδρες και ελεύθερες γυναίκες, ολόκληρους-ες και αδιαίρετους-ες, που δεν μπορούν να μας κάνουν κομματάκια για να μας τακτοποιήσουν στα θεσμικά ντουλαπάκια του κράτους ή στα χρηματοκιβώτια των αφεντικών και των λοιπών ιδιοκτητών. Δεν είναι ωστόσο δύσκολο να αντιληφθούμε ότι κάτι τέτοιο δεν αποτελεί παρά μια ακόμα πλάνη. Είναι γεγονός ότι δεν μπορούμε να ανήκουμε στον εαυτό μας. Κυριευόμαστε από τους κυρίαρχους μέσω του χρήματος και του χρόνου. Ο χρόνος μας είναι τεμαχισμένος σε μικρά κομμάτια σύμφωνα με τις επιθυμίες των πολιτικών, των διαφημιστών, των μπάτσων, των δικαστών, των κοινωνικών «λειτουργών», των αφεντικών, της ιατρικής, των κοινοτήτων και των οικογενειών. Όλοι τους φτάνουν κάποια στιγμή, συνειδητά ή όχι, να μας διχάσουν, να μας στρέψουν τον ένα ενάντια στον άλλο, να μας αντιπροσωπεύσουν δια της βίας, να μας ληστέψουν, να μας στρατολογήσουν, να μας αναλύσουν, να μας απειλήσουν, να μας αγοράσουν ή να μας πουλήσουν, ή, το βασικότερο όλων, να μας κοπανίσουν.
Οι πολιτικοί είναι εκείνοι που μας αγοράζουν στην καλύτερη τιμή για να μας ξαναπουλήσουν σε τιμή ευκαιρίας, εκείνοι που κάνουν τα μάτια μας να υγρανθούν προτού να μας βιάσουν τον διαθέσιμο εγκεφαλικό χρόνο. Προσποιούνται πως αντιπροσωπεύουν τους πόθους μας ενώ μας τους υπαγορεύουν, με το κοινωνικό πιστόλι στον κρόταφο. Με αντάλλαγμα ένα ψηφοδέλτιο, μας υπόσχονται οάσεις εν μέσω των καταιγισμένων υπάρξεών μας, στην έρημο των ψευτό-προσποιητών και της μιζέριας που εποικίζει με αξιοθρήνητο τρόπο τις βαρετές ζωές μας.
Σύντομα μια νέα εκλογική στιγμή, το πανηγύρι των συναρπαγμένων, η απόλυτη ηγεμονία των εμπόρων ιδεολογικών ταπήτων. Μα, ποιος είναι ακόμα τόσο μαλάκας ώστε να πιστεύει ειλικρινά σε όλα αυτά; Ποιος είναι ακόμα αρκετά μαλάκας ώστε να πάει να ψηφίσει με το καρδιοχτύπι που πάνε οι ερωτευμένοι στο πρώτο ραντεβού;
Σχεδόν κανείς. Πάμε να ψηφίσουμε όπως άλλοι πάνε χτυπούν κάρτα. Πάμε να ψηφίσουμε όπως πάμε για δουλειά, πάμε να ψηφίσουμε όπως συμπληρώνουμε τη φορολογική μας δήλωση: μέσα στην πλέον απόλυτη βαρεμάρα ή χαμηλώνοντας τα μάτια και μισώντας τον εαυτό μας.
Ορισμένοι είναι ανοιχτά οι αντιπρόσωποι της αστικής τάξης, κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται πως αντιπροσωπεύουν τους φτωχούς και τους κυριευμένους, αλλά τίποτα δεν μοιάζει περισσότερο με έναν αντιπρόσωπο της αστικής τάξης από έναν αντιπρόσωπο των φτωχών.
Κανείς υποψήφιος δεν θα αντιπροσωπεύσει ποτέ τη δίψα μας να μην αντιπροσωπευόμαστε πια, κανείς ανάμεσά τους δεν θα μπορούσε ποτέ να αντιπροσωπεύσει πιστά δύο άτομα την ίδια στιγμή. Καμία εκλογική ψηφοφορία δεν θα μπορέσει ποτέ να μας απελευθερώσει, να μας επιστρέψει τις ζωές μας. Το ερώτημα δεν είναι για ποιον και για ποιο πράγμα να ψηφίσουμε. Το ερώτημα είναι γιατί να ψηφίσουμε;
Στις επόμενες εκλογές, όπως και σε όλες τις άλλες πριν από αυτές, θα απέχουμε και θα καλέσουμε όλους να κάνουν το ίδιο, να μη συμμετάσχουν στην ίδια την υποδούλωσή τους. Μόνο που αυτό που χρειάζεται δεν είναι μονάχα να απέχουμε ή να εγκαταλείψουμε τις κάλπες. Χρειάζεται να τις κάψουμε και να βάλουμε φωτιά σε αυτόν τον κόσμο που μας ταπεινώνει και που μας υποβαθμίζει, να ξαναπάρουμε τις ζωές μας, τα σώματα και την αξιοπρέπειά μας στα χέρια μας, και, αν η ευφυΐα δεν φανεί αρκετή, η βία θα τα καταφέρει.
Επανάσταση.
Να επιτεθούμε ενάντια σε ότι μας καθιστά αδύναμους και μας στερεί τις ίδιες μας τις ζωές.
Ας απελευθερωθούμε από την πολιτική.
Αναρχικοί